Новогреческий словарь
Κύκλωψ
Κύκλωψ
(-ωπος) ο миф.
Циклоп
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
Циклоп
? —
Κύκλωψ
как с
(ново)греческого
переводится слово
Κύκλωψ
? — Циклоп
#
(ново)греческий словарь
—
εκατοντάδα
—
σταφυλή
—
ευστοχία
—
σαγήνευμα
—
διατράνωσις
—
αναπόδραστος
—
μπιλλιέτο
—
προεδριλίκι
—
προβατάκι
—
προξενήτρα
—
μέταλλο
—
ανεπιστημονικά
—
δυσμαί
—
κολασμός
—
λειτουργούμαι
—
ευσύνοπτος
—
δυσαρεστούμαι
—
σαστισμάρα
—
πυρόπετρα
—
μονόχρωμος
—
αδρανοποιούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве