Новогреческий словарь
υπεισήχθην
υπεισήχθην
παθ. αόρ. от υπεισάγω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπεισήχθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τρίπρακτος
—
απειροπόλεμο
—
συνωμοσιολόγος
—
βουλκανιζατέρ
—
μπαγλαμάς
—
καπιταλιστικός
—
αρχαιολατρεία
—
συκαλάς
—
απεχθάνομαι
—
πάστωμα
—
ποτιστήρι
—
εχεμύθεια
—
ψευδόστομα
—
τζαναμπέτης
—
υδροπονικός
—
αναμεστώνω
—
ευρωτιώ
—
επτάτονος
—
μυολογία
—
γόγγρος
—
αγγουράκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве