Новогреческий словарь
αυτόμολος
αυτόμολ|ος
ο прям., перен.
перебежчик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
перебежчик
? —
αυτόμολος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτόμολος
? — перебежчик
#
(ново)греческий словарь
—
ίον
—
πετροκόπος
—
Κύκλωπας
—
καλομαθαίνω
—
πεδουκλά
—
νομιμοποιώ
—
κομιτατζής
—
ακρόβαθρο
—
ανικανότητα
—
φατσικά
—
πολύκλωνος
—
πάνθηρας
—
κιγκαλερία
—
επιτόκιο
—
αμπελίνα
—
μισελληνικός
—
ορμήνεια
—
τύπισσα
—
μορφωτικός
—
γραμματική
—
παρέκει
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве