Новогреческий словарь
ζοφώδης
ζοφώδης
см. ζοφερός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ζοφώδης
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πολυσυλλάβως
—
δαίμονας
—
βολιδοφόρος
—
μπέϊκος
—
δίοιξη
—
ιμάμης
—
αστητος
—
φράτρα
—
δανειοδοτώ
—
ερυθροπύρωση
—
απλουστεύω
—
παιδίατρος
—
ψυχοσωτήριος
—
ετερόκοιλος
—
βάριο
—
χοληστερόλη
—
διακλαδωτικός
—
οκνεύω
—
λιθογραφείο
—
τετράκις
—
μπυραρία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве