|
молотый; ~ καφές — молотый кофе #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово молотый? — αλεσμένος как с (ново)греческого переводится слово αλεσμένος? — молотый — Νέστορας — φως — ενβεκάγωνον — κατακρήμνιση — κεραμιδής — μετιοπίας — φωτοσκιάζω — ικανότητα — αρτοδοσιά — εκκαλώ — Βερολινέζος — θεοσκόταδο — ηλεκτροδιαγνωστική — σανίδωση — γναθικός — σκληρίζω — σπουδαιοφάνεια — αντίκειμαι — τριετία — πατατάκι — ηνίοχος |
|||