Новогреческий словарь
εδάρην
εδάρην
παθ. αόρ. от δέρνω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εδάρην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αυλικός
—
νεροφάγωμα
—
τσόχινος
—
νερολαδιά
—
αλληλοκατανόηση
—
γλυκύλαλος
—
σατινάρω
—
άμουσος
—
αμετάβατος
—
οφθαλμίατρος
—
μαστουρομένος
—
κρεατοφαγία
—
αλλοί
—
εξαφάνιση
—
τζάζ-μπάντ
—
ήλθον
—
λέσχη
—
φώνημα
—
ανέσωστος
—
εξπέρ
—
αγναντιαστός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве