Новогреческий словарь
αηδών
αηδών
(-όνος) ο
соловей
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
соловей
? —
αηδών
как с
(ново)греческого
переводится слово
αηδών
? — соловей
#
(ново)греческий словарь
—
χαμηλόφωνος
—
ανεκμαύλιστος
—
μπλέξιμο
—
εκκωφαντικός
—
ανήμπορος
—
απεικαστικός
—
κοχλίας
—
αναδιπλασιάζω
—
παραλαλητό
—
ασκημομούρης
—
αναπνευστικός
—
πήγα
—
έμβασις
—
πιτύκι
—
ραδικόζουμο
—
αντιασθματικός
—
καλημερίζομαι
—
ασχημομούρης
—
βιολοντσελλίστας
—
αδραμα
—
ψευδόδερμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве