Новогреческий словарь
εμοί
εμοί
δοτ. от εγώ
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμοί
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανθρωπομορφικά
—
προφανώς
—
υπεκμισθωτής
—
λεμβουργείο
—
ωμοπλατιαίος
—
ηλεκτροφώτιση
—
ευκολοδιόρθωτος
—
κατάδυση
—
χειραντλία
—
ιεραπόστολος
—
οικογενές
—
πεταλούδα
—
τριχούλα
—
ξαστοχώ
—
ζυγωματικός
—
συστέλλω
—
θερμοπομπός
—
εγχειριστικός
—
οινοπνευματούχος
—
υποφαινόμενος
—
υμείς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве