Новогреческий словарь
υποφαινόμενος
υποφαινόμεν|ος
:
ο υποφαινόμενος — а) нижеподписавшийся; б) шутл. ваш покорный слуга
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
υποφαινόμενος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αλγώ
—
σπιτόφιδο
—
μελομακάρονο
—
σαβούρρωμα
—
ιουλιανός
—
αισθητικώς
—
αζωτούχος
—
επιβεβαιώ
—
καθυπόταξη
—
ξεσαβουρώνω
—
αναμηρυκαστικός
—
ελεφαντουργός
—
ψωροβότανο
—
γεροκούσαλο
—
συρρικνώ
—
λογιασμός
—
οδηγούμαι
—
ορνιθοπάζαρο
—
μύσταξ
—
σκιάδα
—
διαθέσιμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве