|
η шалаш сторожа (на винограднике, в поле) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шалаш сторожа? — δραγασιά как с (ново)греческого переводится слово δραγασιά? — шалаш сторожа — στοιχειωμένος — απεχθής — δόκανο — γιορτιάτικος — μαγειριό — νταμωτός — αγγειορραφή — τρενάκι — καταγραφεύς — εκασταχού — καταναλωμένος — μαρτυρικός — εκβοτρύωση — νίτρωση — μιά — ηλιοκαής — τετράγωνος — ασκληπιάδης — ζήτημα — βυθομέτρηση — αναρρωννύω |
|||