|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντιστικτικά? — — μοσχοβολιά — δασάρχης — σκερτσόζα — προκαρυωτικό — κόκκος — ράφτρα — πανδοχέας — ωοπλαστία — μαστέλλος — σαφρακιασμένος — διακριτικότης — κακόγνωμος — αποστρατεία — εκτροπο — ασπιδοφόρος — μαυρογή — παράνομον — άρτημα — χρωματοθήκη — πελτές — κρεατής |
|||