|
τα пасущийся скот #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пасущийся скот? — βοσκάρια как с (ново)греческого переводится слово βοσκάρια? — пасущийся скот — θαλπερός — κάθαρμα — σύρνω — έκζεμα — μετάδοση — μικροφιλόδοξος — αιματηρός — αποστρατιωτικοποιημένος — επονειδιστικός — δεκαεξάκις — πορηνοειδής — θύω — ανείσπραχτος — ημιταξιαρχία — παρεμφερής — καλλιεργητής — άβλαβα — βοϊδολίβαδο — μελάς — λυπούμαι — αντιτείνω |
|||