Новогреческий словарь
συνασπιστικός
συνασπιστικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνασπιστικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
οβιδοβόλο
—
ανατύπωση
—
χαϊδεμένος
—
μαρξίστρια
—
αυταπάρνηση
—
απεριόριστο
—
ευλογιάρης
—
αηδονόλαλος
—
αξιέπαινος
—
ασχημίζω
—
παγίδευση
—
ροπή
—
αφηρημένο
—
χηρεύω
—
όνομα
—
έγχριση
—
παιδοκτόνος
—
μεταλλάζω
—
απόπιωμα
—
παραμύθι
—
πεντακόσιοι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве