|
η принятие присяги #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово принятие присяги? — ορκοδοσία как с (ново)греческого переводится слово ορκοδοσία? — принятие присяги — αφεύκτως — αχρονολόγητος — καρδιόπονος — απαρταμέντο — μυοκαρδιοπάθεια — δηλόω — φορομπηχτικός — αγριοπετεινός — εσώρουχο — στεφάνωμα — γουδί — έν — συναχώνομαι — διαφωτισμός — θαυμάστρια — ανυπακοή — ατμοσφαιρικά — καλογερικός — χαβούζα — ονειροκρίτης — εντομοκτόνος |
|||