Новогреческий словарь
σάνταλο
σάνταλο
το
сандаловое дерево
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сандаловое дерево
? —
σάνταλο
как с
(ново)греческого
переводится слово
σάνταλο
? — сандаловое дерево
#
(ново)греческий словарь
—
μπαγδατίζω
—
συμπατριώτης
—
χοινίκη
—
Αύγουστος
—
παραφέρνω
—
κεφαλαιοποιούμαι
—
αλευρόσιτα
—
οξονικός
—
πυκνοκατωκημένος
—
θειάφη
—
θετικοδοξία
—
πρωτοπρεσβύτερος
—
ζούληγμα
—
αναγέρνω
—
μίανσις
—
αποβαρβαρωμένος
—
δεσποτικώς
—
τάπητας
—
τόλμημα
—
δράπανο
—
τορβάς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,