|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ναυαγισμένος? — — συνημμένα — τσαρικός — άλιθος — ευκατόρθωτος — ανασκάλεμα — ρέστα — περίγελο — διπλοπρόσωπος — πηλοπλάστης — γλίτωμα — ανάκανθος — ξετσίπωτα — πεδουκλία — αντιμιλώ — μαλαθράκι — ξεπαγιασμός — θυμίαση — διασπωμαι — γλεντοκοπώ — λευκωματώδης — υποτόπωση |
|||