ανυφαίνω

формы словаβ
ανυφαίνω
(αόρ. ανύφανα) ткать



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово ткать? — ανυφαίνω
как с (ново)греческого переводится слово ανυφαίνω? — ткать


αφρογέννητοςβρωμοκοπώατσάκιστοςαποσαφώκοκκινοσκούφηςαπαιτητικότηταχαλικοθηρίοσυγκοινωνώξασπρουλιάρηςγυψουργόςπροπαρελθώνατμάμαξαπουγγίδουλοκτησίααυτομάθειαουραιμίαεβραιολόγοςμόραεπίγρυποςθαλασσογραφικόςτράβηγμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit