Новогреческий словарь
εκλειπτικός
εκλειπτικός
эклиптический
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эклиптический
? —
εκλειπτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκλειπτικός
? — эклиптический
#
(ново)греческий словарь
—
αλλόχθων
—
χειροκομία
—
μαλογανιά
—
Γαλλίδα
—
τραγισμός
—
εξορκιστής
—
ορνιθώνας
—
μειοδοτώ
—
γκρεμίζω
—
σκοτοδινιώ
—
ρόζος
—
νεκρώνομαι
—
ξαναπαντρεύομαι
—
καταστροφισμός
—
κλεφτουριά
—
ακήρυκτος
—
κολύμπι
—
συγκεντροποίηση
—
έδυν
—
νευρογλοία
—
κνησμώδης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве