|
η анат. уст. матка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово матка? — υστέρα как с (ново)греческого переводится слово υστέρα? — матка — Μεξικάνή — ακορντεονίστρια — κανονιέρα — πόσο — αναγορεύομαι διδάκτωρ — τουρσί — αρρωστιάρης — υπέρθερμος — κάσσα — λοιδοριά — εκρίζωση — ανατίναγμα — χάρτης — ξαναγίνομαι — κανναβάτσα — εξισώνω — ευεργετώ — εξαίσιος — αποδοσίδι — διατήρηση — καφετιά |
|||