Новогреческий словарь
συγκεκριμενοποιώ
συγκεκριμενοποιώ
конкретизировать, уточнять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
конкретизировать
? —
συγκεκριμενοποιώ
как на
(ново)греческом
будет слово
уточнять
? —
συγκεκριμενοποιώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
συγκεκριμενοποιώ
? — конкретизировать, уточнять
#
(ново)греческий словарь
—
καλαμιά
—
αναύλωτος
—
ροδάνισμα
—
οψιμάδα
—
πεντήκοντα
—
μεταλλοειδής
—
φαλιρώ
—
σακαράκα
—
λεμοναδούλα
—
φίκος
—
απειρόμορφος
—
αλαργεμένος
—
ημιονηγός
—
κωλογλείφω
—
κληρικοκρατία
—
μίλβος
—
μικροβιοφόρος
—
ευδοκία
—
παραχύνω
—
γενική
—
αντιμετριούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве