|
η пузырь (от ожога) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пузырь? — καυσαλίδα как с (ново)греческого переводится слово καυσαλίδα? — пузырь — βερνικωμένος — λαμπυρίζω — ξεμυστήρεμα — αφόδευση — ραχατεύω — ταπεινά — αχρηστεύομαι — χαιρέτισμα — ανοστούτσικος — σάψαλο — καβουράκι — αποδελτίωση — ναρκωτής — φιλόπονος — γλιτζιάζω — αναμαλάζω — τριγωνομετρω — πειρασμός — κουλουράκι — αντινομιστής — κλειδοκόκκαλο |
|||