|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανεύφλεκτος? — — χέζας — πεντακόσιοι — τσιγγενές — ευσύνοπτος — συμβιβάσιμος — τσέλιγκας — αθρόος — γδύνομαι — χαλιέμαι — πλασταριά — τουρκολογία — προσωπείο — αναλώσιμος — διπλοκοσκινίζω — ετυμολογώ — ατμόιππος — αμείωτος — μίζα — τουμπίτσα — φλοκκάτα — οκταπλούς |
|||