|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εξηντάχρονος? — — ζεμάτισμα — επιβραδυντήρ — ημιδιατροφή — συμπολεμιστής — ορφανεύω — ταχέως — κοίλος — ιχθυολαχανοπώλης — αγγειολογία — φυλάκισμα — τόξευμα — ασκημούτσικα — βασιλόπιττα — εμορφιά — γδύματα — περιωρισμένος — αγαλίφιαστος — μεσάζω — κήτειος — λιανικίός — σκέλεθρο |
|||