|
η забастовка, стачка; === ~ πείνας — голодовка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово забастовка? — απεργία как на (ново)греческом будет слово стачка? — απεργία как с (ново)греческого переводится слово απεργία? — забастовка, стачка — τυρίνη — στρατώνας — ακριτοέπεια — γραφοτεχνία — ηπειρώτης — ψυχομάχητό — ουράνια — αλαργεμένα — αυτοματοποίηση — αεροφράκτης — ορίζουσα — αφασικός — καθήλωμα — φιγούρα — πετρελαιοκινητήρας — υπερκεράτωσις — εκατοστόγραμμον — κερασέων — προσονομύζω — λωλός — γένιο |
|||