|
το дельфин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дельфин? — δελφίνι как с (ново)греческого переводится слово δελφίνι? — дельфин — σιδηροβιομήχανος — στέρεα — επαναδίπλωσις — γρύλλος — αντεπεμβαίνω — οικοδόμηση — αλουπότρυπα — αχορτάριαστος — σπερματόρροια — οχυρό — κομπωτής — καψύλιο — συνορίτισσα — γγιάζω — εκθλίβω — ραΐζω — αποκομέννος — ρεμβός — πειστήριο — παλικαριά — αλληλένδετο |
|||