|
η парфюмерное производство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово парфюмерное производство? — μυροποιία как с (ново)греческого переводится слово μυροποιία? — парфюмерное производство — μαυροθαλασσίτης — καταπολεμούμαι — κουσκουσουρεύω — πλάζ — μπολικαίνω — σύρτη — κάργια — αντικομματικά — στεγανόποδο — γαρουφαλλόλαδο — φλέγων — διές — βγαίνω — ψεκτικός — εξευτελσμός — κρανιά — ιδεολογία — αχρείος — αψινθάτο — κάλυκας — εφημεριδούλα |
|||