|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψιμυθιώνομαι? — — έκρηξη — ελαφρώνω — ενταλματήριον — κάπου — κουφότης — δεκαοκτώ — ισλάμ — φημίζομαι — εμμονή — μανίκα — μικροφαράδ — Αρωμούνος — χρηματίζομαι — περίφραγμα — πλαστήρα — σέρτης — κοπλιμεντάρω — ανθομυρίζω — κωλοσούρτης — αλαβής — κονδυλοφόρος |
|||