|
китобойный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово китобойный? — φαλαιναλιευτικός как с (ново)греческого переводится слово φαλαιναλιευτικός? — китобойный — διήθηση — τακουνάς — ανεμομιλιά — μαλακούτσικος — προσκεφαλάδι — δεματολογα — διαιωνίζω — αυτοπεριορισμός — μεγαλοποιούμαι — δεκαπέντε — ασυναίρετος — κηδεμονία — μπλούζα — παλιόρουχο — εύξεινος — σπερματοδότης — συγκρατώ — ξερογλείφω — χελωνόσουπα — σπανιότητα — αμυλίνη |
|||