|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χρηματοοικονομικός? — — απαρτίζω — αζόρευτος — καμπυλοειδής — εναντίωση — φωταγωγός — χηριός — ομότιμος — σακκουλήσιος — αποδεικνυόμενος — εμπνέω — κυττάζομαι — πρωτεξαδέρφη — επτακισχίλιοι — προσφέρομαι — αντιυγροσκοπικός — σούγλιασμα — κληροδότημα — κόμη — ταγμένος — Κίνα — αραποφάσουλο |
|||