|
το валяльня, сукновальня #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово валяльня? — γναφείο как на (ново)греческом будет слово сукновальня? — γναφείο как с (ново)греческого переводится слово γναφείο? — валяльня, сукновальня — ανάζερβη — θλιπτικός — ακομπανιάτορος — καρδιοσκλήρωση — χαρτοδέτηση — εξολισθάνω — αξιοσέβαστος — ματόχαντρο — στηθόδεσμος — λαγουδάκι — κατασωτεύω — πυρετός — πρωί — δουλεμπορία — ερωτάρικος — ατρούπωτος — ανέλκωση — αποκλείνομαι — ρομαντζάδα — αγνωμοσύνη — μπίλια |
|||