|
το щипцы каминные #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово щипцы каминные? — διλάβι как с (ново)греческого переводится слово διλάβι? — щипцы каминные — βροντάω — χονδρύνο — ανισος — διάβα — συνεργός — μελισσουργία — πόλις — αναποδιάζω — φοινικόδεντρο — κοντοφθαλμία — ιοντώ — βρώμι — βεντούζα — περιπαικτικός — γλαροφωλιά — ενδοκάρδιο — τορβάς — αυγό — αγγλική — ταρίφα — θόλωση |
|||