|
наполненный воздухом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово наполненный воздухом? — αεροπληθής как с (ново)греческого переводится слово αεροπληθής? — наполненный воздухом — ύπαρξη — χωρονομία — δαφνηφόρος — λεβητοστάσιο — σπιθαμιαίος — καλαμωτός — ενδιατρίβω — απλουστευτικός — καμάρι — νανοκεφαλία — διαδοχικά — συζευγνύομαι — μηχανόλαδο — λαθρεπιβάτης — ξεσπάνω — σοκολάτα — φραγγέλλιο — φατριασμός — κιβωτιάκι — απαρχαιωνούμαι — συμφεροντολογία |
|||