|
το мед. фарингоскоп #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фарингоскоп? — φαρυγγοσκόπιο как с (ново)греческого переводится слово φαρυγγοσκόπιο? — фарингоскоп — αγκράφα — αγγελτήριο — αλαφραίνω — αιμόχροος — ανεγκαινίαστος — εγγλέζα — αρμολογώ — εκτοπιστικός — χαμπαρίζω — ακτοπλοώ — ψυχογενής — συχωράω — οικοπεδικός — ανακαγχάζω — αυτοθυσία — πάνοπλος — ανασχηματισμός — καλοφκιαγμένος — αντιχαιρετισμός — αμμωνία — βάρδος |
|||