ανταποκρινόμενος

формы словаβ
ανταποκρινόμενος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ανταποκρινόμενος? —


ισπανιστίστερεόυπέχωδύνηχάσκααποκοίμισηερεθίζωπεριττεύωαμυλόκοκκοιηπατορραγίαπανάγαθοςαμυγδαλάτουδρευτικόςγοργότηταδιαπρέπωδιορύσσωαυθυπνωτιομόςεμμηνορροϊκόςσκουλλίκαρυδήσιοςερασιτεχνικά




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit