|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανταποκρινόμενος? — — ισπανιστί — στερεό — υπέχω — δύνη — χάσκα — αποκοίμιση — ερεθίζω — περιττεύω — αμυλόκοκκοι — ηπατορραγία — πανάγαθος — αμυγδαλάτο — υδρευτικός — γοργότητα — διαπρέπω — διορύσσω — αυθυπνωτιομός — εμμηνορροϊκός — σκουλλί — καρυδήσιος — ερασιτεχνικά |
|||