|
потолочный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово потолочный? — ταβανίσιος как с (ново)греческого переводится слово ταβανίσιος? — потолочный — μπουκαλάκι — μπουζουκάκι — σκιώδης — ασιγησία — καλοανατεθραμμένος — συρφετός — διάσελα — ραντιέρης — οιστρογονοθεραπεία — αρχοντάνθρωπος — πρόοψη — αλληλοκατηγορούμαι — μεταλλοβιομηχανία — εξυγίανση — γαστραντλία — σακαράκας — αυταπατώμαι — εκσκαφέας — μελικοκκιά — διαταράσσω — διώχνω |
|||