|
η принятие, получение; απόδειξη ~ής — квитанция, расписка в получении (чего-л.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово принятие? — παραλαβή как на (ново)греческом будет слово получение? — παραλαβή как с (ново)греческого переводится слово παραλαβή? — принятие, получение — μετάνοια — γυναικοδουλειά — γιουβετσάδα — χρησικτησία — επιτατικός — διακαής — αποθαρρύνομαι — απολιθωμένος — έντυπος — ανοπτώ — ανωνυμογραφώ — ναρκομανία — λιόκαυτος — ελικοειδής — λεξικολογικός — ανοσιουργώ — πλεονεκτώ — δασοτέχνης — συγυρίστρα — σκασμός — βουναλάκι |
|||