|
кислородный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кислородный? — οξυγονικός как с (ново)греческого переводится слово οξυγονικός? — кислородный — βουβαλιά — υποχωρώ — γυναικάκι — διβολίζω — εβδομηντάρης — βούτας — αναπτύσσω — ξαρρωστικό — μονοκύτταρος — γαλακτίζω — γοργόσβηστος — μικροϊδιοκτησία — ρούς — άδεια — γεωμέτρης — καθεστηκυία — μπαίν-μίξτ — ακεφος — αστροβολιά — τσαλάκα — κεντρώος |
|||