|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λαλαγκόψωμο? — — γκριζομάλλης — μετεκπαίδευση — τοκοφόρος — διέρεισμα — αχορτάριαστος — τουρτουρίζω — μεσημέριασμα — υποδύτης — γκαριστής — διασπώ — προΰπαρξη — υπόβλητος — τρεμουλιάρικο — συμμάζεμα — προσβάλλομαι — αγνοούμενος — ψωροβότανο — ατάϊστος — μεταγωγικός — ανακτοβούλιο — πηδηματιά |
|||