|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαρωτής? — — ιδρός — απαραβίαστο — αδαπάνητος — αγριομούλαρο — κλάψα — γαζέττα — δεκατετραετής — βαγαπόντικος — λογγήσιος — ανταπεργιακός — δρολάπι — σωματοφύλακας — αποκολλώ — μόχθος — αποστέργω — νταμάδος — κιτς — χαλκευτήριο — ξεστυλώνομαι — αυτοθιγενής — τσαλιμάκι |
|||