|
ο мед. хрип #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хрип? — κριγμός как с (ново)греческого переводится слово κριγμός? — хрип — ογδοηκοστός — υποζόγιο — ολοτρίγυρα — γκαβίζω — εγείρομαι — ανεκτικός — μέγαρο — αχνίζω — προσγίνομαι — κρέμασμα — εγωλάτρις — υπογραμματέας — αντίλογος — φαρμακίλα — δίβολος — σερνικοθήλυκος — αποτίμηση — οινοπνευματώδης — καλημέρα — σύνοικος — δεινοπάθημα |
|||