|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γυαλάκιας? — — άτομος — απαρίθμηση — ξομολόγηση — κρύωμα — μεγαθήριο — μοιραίος — περιγέλιο — ψειρίζω — πυελίτιδα — εισπρακτόρισσα — τοκάρω — άοπλος — γλυκοσαλιάζω — φωτοφράκτης — αλυπήτως — αγρόκτημα — ψιχαλίζει — πεχλιβάνης — εκδίδομαι — αγιασμός — βυρσοδεψική |
|||