|
ο плагиатор (газетный) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово плагиатор? — αρθροκλόπος как с (ново)греческого переводится слово αρθροκλόπος? — плагиатор — λογοτέχνημα — σλαυόφωνος — εφτακοσάρι — ακρογωνιαίος — λαρυγγορραγία — περιπλέω — αστράχα — διπλάρικος — κατατεμαχισμός — λεμονέλαιο — αναρριχτός — εριουργείον — κεντράδι — ταγγός — φράχτη — αντιεπιστημονικά — λουτρολογία — ζεματιστός — απροχώρητο — δικύλινδρος — χαμαιφυής |
|||