Новогреческий словарь
ανακουφίζομαι
ανακουφίζομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανακουφίζομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φυλάττω
—
συνισταμένη
—
μελιτοφόρος
—
μελισσάκι
—
καταβοσανίζω
—
καταστηματάρχης
—
γανώνω
—
συναρμόζω
—
πριονοκορδέλα
—
αποτροπιαστικός
—
ανδρικά
—
μύκητας
—
πολυτάλαντος
—
αλμυρόπικρος
—
πορνογραφικός
—
προβολή
—
φρεσκοξυρισμένος
—
κατασκευαστός
—
προσονομασία
—
βελονάκι
—
παιδάκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве