Новогреческий словарь
προβοδώ
προβοδώ
, ~άω
провожать
(отъезжающего)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
провожать
? —
προβοδώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
προβοδώ
? — провожать
#
(ново)греческий словарь
—
δαντελλοποιία
—
διπολικός
—
φεσοποιός
—
ταπεινώνομαι
—
τερματοφύλακας
—
δολερότητα
—
πατέρας
—
αγγλόφωνος
—
μαστρολόϊ
—
ημερονύκτιο
—
μουλαρήσιος
—
παρακρούω
—
αντικυβερνητικός
—
ξεθάπτω
—
νεότερος
—
ηλεκτρίζω
—
κοντούλικος
—
χίμαιρα
—
επόμενος
—
κουνιστός
—
φιλαναγνώστης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω