Новогреческий словарь
προβοδώ
προβοδώ
, ~άω
провожать
(отъезжающего)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
провожать
? —
προβοδώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
προβοδώ
? — провожать
#
(ново)греческий словарь
—
Γιεκατερίνμπουργκ
—
αποφατικός
—
ζωστήρας
—
ατυράννιστος
—
μετεξέταση
—
ιστοριογραφία
—
ηλεκτροφόρον
—
ισορρόπηση
—
περικνημίδα
—
γεάνθραξ
—
εμπορευματοποιούμαι
—
κινητήρας
—
παραλογιά
—
εξοχώτατος
—
γιατάκι
—
χωροσταθμητής
—
νομιναλιστικός
—
σαπίζω
—
παράξενος
—
Αυγερινός
—
κακότεχνος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве