|
полуразрушенный, полуразорённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полуразрушенный? — ημικατεστραμμένος как на (ново)греческом будет слово полуразорённый? — ημικατεστραμμένος как с (ново)греческого переводится слово ημικατεστραμμένος? — полуразрушенный, полуразорённый — κοιλέντερωτά — ηλιθιώδης — αιματοστάτης — αμφιρρέπεια — μάλθα — στοχάζομαι — κουβαλάω — σένσι — εποχλέας — αφεντάνθρωπος — αστροναύτης — είδωλο — ψαροπάζαρο — ρυμοτομία — μυριστικός — γκαμπαρντίνα — κατσιά — ευλογιάζω — επαναπατρίζομαι — άστυ — κρόκινος |
|||