|
ο сурьма #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сурьма? — σουρμές как с (ново)греческого переводится слово σουρμές? — сурьма — παραμίλημα — επιφυλακτικότητα — αλμυρότητα — απροβόδιστος — υποψήφιος — διακοσάρης — ξεμοναχιάζομαι — σβώλος — εφορεία — ευάρμοστος — μεταλλοποίηση — κακεντρέχεια — ιδεώδες — νοερά — άφραγκος — τυμβωρυχίο — ινική — στερφοπροβατίνα — πουκαμισάς — Γάλλος — λιμναίος |
|||