|
(-εως) η покрытие, случка (животных) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово покрытие? — επίβαση как на (ново)греческом будет слово случка? — επίβαση как с (ново)греческого переводится слово επίβαση? — покрытие, случка — στενόμακρος — απόπτυση — ξεπαντρεύω — αυτοϊκανοποίηση — ασφάλιχτος — εναυσματοδόκη — κατάφορτος — βενζεναμίνη — τύφος — καζαμίας — μπαρκάρισμα — μεταθέτω — σερμαγιά — απροσήγορος — ασθενωπία — αστυσία — ξεστάχυασμα — εβγαίνω — μόλυνση — κομπρέσα — κτενιαίος |
|||