|
το будильник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово будильник? — ξυπνητήρι как с (ново)греческого переводится слово ξυπνητήρι? — будильник — εργατοκρατία — αμέλεια — αμαντάριστος — πεπονόσπορος — τυρόπιτα — μονοπλάνο — εγωιστής — Ευαγγελισμός — λυμένος — αναμερισμένος — ναυλώτρια — σμηγματόρροια — περιοδεύων — κελέκι — φαγούδικος — ουλαμαγός — επιχώνω — βλαπτικότητα — ηγγέλθην — απολαβαίνω — πανάγιος |
|||