|
ничком #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ничком? — ταπίστομα как с (ново)греческого переводится слово ταπίστομα? — ничком — ψώριασμα — καλόβραστος — γαρούφαλλο — κοροϊδιλίκι — ξεπλήρωμα — χρεωστάσιο — πρόσρησις — ταχινόσουπα — φελλί — πρωτεξαδέλφη — καταή — αμυλώνω — αναφέρων — αμόντε — αεί — έμβρυος — φυλλοειδής — χιλιετής — αποφυλάκιση — δοχειάριος — μεταλλευτική |
|||