|
хиж. двухатомный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двухатомный? — διατομικός как с (ново)греческого переводится слово διατομικός? — двухатомный — αλλογενής — αειθαλής — ανταμώνω — γενεσιακός — αφεντιάζω — σηματογράφος — αγχίνους — γυρίστρα — βουδιά — ματσούκα — αθέατος — κράτος — θεούσα — κορνιζοπωλείο — αμμοθεραπεία — υδραυλικός — σμαραγδοειδής — πουτάνα — αυλός — βολεύομαι — δίσκος |
|||